Ο έρωτας
Των ερώτων
Οι έρωτες
Έρωτα
Αταξία.
Έρωτά μου. Κτητική αντωνυμία. Ήταν δικός μου. Μόνο δικός μου. Όχι εσύ. Ο έρωτας. Εσύ δεν ανήκεις σε κανέναν. Ελεύθερος περιπλανητής του κόσμου. Κι εγώ; Εγώ, αγρίμι κανονικό. Θεριό ανήμερο μες στο σκουριασμένο μου κλουβί. Ημερεύω με την παρουσία σου. Βάζω μέσα τα νύχια και τα δόντια μου. Το γρύλισμα μου σταματά. Και μένω να γουργουρίζω όπως τα γατιά στα χάδια. Μόνο που δεν έχει χάδια. Κι εγώ ήθελα μόνο αυτό. Ένα χάδι για σένα και για μένα. – Στα γράφω όλα αυτά, ψύχραιμη, με ωραία ολοστρόγγυλα γράμματα γιατί σημασία έχει να κρατάς τον έλεγχο. Κι ας θέλω να ουρλιάξω, να κλάψω υστερικά και να μουτζουρώσω τις σελίδες με ακατανόητα σχήματα και ανύπαρκτες λέξεις. Γιατί πώς να χωρέσω όλη μου την ανυπαρξία στις λέξεις που ήδη υπάρχουν;
Πάλι φοράς αυτό το άρωμα που μου αρέσει. Στέκεσαι δίπλα μου, κλείνω τα μάτια και σε ονειρεύομαι. Ονειρεύτηκα τόσο στην ζωή μου που δεν πρόλαβα να ζήσω. Τα δάκρυα μου καίνε και ψάχνουν απεγνωσμένα διέξοδο. Δεν τους δίνω καμία. Αυτοσυγκράτηση.
Κι αναρωτιέμαι πώς γίνεται ο ήλιος να λάμπει ακόμα; Πώς γίνεται τα πουλιά να κελαηδούν αμέριμνα και οι άνθρωποι ακόμα να χαμογελούν; Αφού δεν μ’ αγαπάς… Πώς γίνεται ο χρόνος να τρέχει κι η ζωή να κυλάει όπως και πριν; Αφού δεν μ’ αγάπησες ποτέ… Σταματήστε τα όλα. Παγώστε τα ρολόγια. Κρύψτε τον ήλιο, να ταιριάξω το γκρίζο του ουρανού με το μέσα μου. Κάψτε όλα τα ποιήματα για τον έρωτα που με ξελόγιασαν. Κρατήστε ενός λεπτού σιγή για όλους τους απελπισμένους. Και τώρα; Τώρα χαμόγελο.
«Καλημέρα»
«Καλημέρα»
Να μην καταλάβει τίποτα κανείς. Να μην καταλάβεις τίποτα εσύ. Να μην καταλάβω ούτε κι εγώ. Καλημέρες χαμογελαστές, λοιπόν από δω και πέρα. Και τα δάκρυα να στάζουν στην ψυχή μου και να δημιουργούν σταλακτίτες πάνω απ’ την καρδιά μου. Με τούτα τα χειρόγραφα να επικυρώνω την εκτέλεση μου. Και τα πλήθη μέσα μου να ξεσηκώνονται στην ιδέα του θανάτου. Κι οι σταλακτίτες ετοιμόρροποι, έτοιμοι, μ’ ένα στραβοπάτημα να τρυπήσουν την καρδιά μου με κίνδυνο να ξεχυθεί μέσα μου σαν χείμαρρος το αίμα και να πλημμυρίσω από σένα. Κι αυτές οι μέρες οι αβάσταχτες... Κι αυτά τα βράδια που δε λεν να ξημερώσουν... Αν ήσουν εδώ θα σου έλεγα: «Κρυώνω. Πάρε με αγκαλιά. Έξω χιονίζει». Και με τα χέρια σου τυλιγμένα γύρω μου θα ένιωθα σα να έφτασα επιτέλους σπίτι. Αν ήσουν εδώ... Τώρα, άστεγη περιπλανιέμαι στους δρόμους ψάχνοντας ένα τυχαίο κορμί να με ζεστάνει πρόσκαιρα. Για ένα βράδυ, ίσως και δυο. Να ζητιανεύω για λίγη φλόγα δανεική στη μέση ενός κυκλώνα με τον αέρα να λυσσομανάει, σβήνοντας και την παραμικρή μου ελπίδα. Κρυώνω… Φοβάμαι… Δώσε μου λίγα ξερά κλαδιά και κάτι που να καίει – ένα τσιγάρο έστω – να βάλω φωτιά στους φόβους μου. Να τους βλέπω να φλέγονται εμπρός μου. Να φωτιστεί η νύχτα μου κι ύστερα να καταπιώ τις στάχτες. Ελεύθερη πια, να χορέψω ξυπόλυτη στο χιόνι. Να μπορώ να κλάψω, να γελάσω όπως θέλω. Να μπορώ να σ’ αγαπήσω όπως θέλω. Να μπορώ ν’ αγαπήσω και για τους δυο μας. Ν’ αγαπήσω τον κόσμο γύρω μας, τις μέρες και τα βράδια. Ν’ αγαπήσω αυτά που μας χωρίζουν και όλα όσα σε κρατάνε μακριά μου. Αν ήσουν εδώ όλα θα ήταν πιο εύκολα. Ο κόσμος θα ήταν λιγότερο τρομακτικός και οι σκέψεις μου λιγότερο ασυνάρτητες. Να δες…
Ο έρωτάς μου. Εσύ
Των ερώτων τα αμέτρητα σημάδια
Οι έρωτές σου. Ένα μυστήριο
Έρωτα, φωτεινέ πυρήνα της ψυχής μας
Χάος ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου